Συνέντευξη του Προέδρου της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, στην εφημερίδα “Αυγή” για το ζήτημα των ανατιμήσεων (12/09/2021).
-Πόσο πιστεύετε ότι πλήττει τα νοικοκυριά το κύμα των ανατιμήσεων;
Μετά από 10 χρόνια σκληρών μνημονίων και ενάμιση χρόνο πανδημίας κορονοϊού, οι οικονομικές συνέπειες της οποίας είναι μεγαλύτερες από εκείνες συνολικά της μνημονιακής περιόδου, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών έχει συρρικνωθεί, με πολλούς συμπολίτες μας να δίνουν καθημερινά αγώνα για την εξασφάλιση των βασικών αγαθών. Και έρχεται τώρα μία νέα απειλή, αυτή των ανατιμήσεων, και μάλιστα στην ενέργεια (ρεύμα, φυσικό αέριο) και σε είδη πρώτης ανάγκης, τα οποία είναι απαραίτητα για την επιβίωσή τους. Πρόκειται για δαπάνες, όπως τις ονομάζουμε, ανελαστικές, καθώς δεν μπορούν να λείψουν από μία οικογένεια το ψωμί, το γάλα κ.λπ. Οι υψηλές αυξήσεις σε αυτά τα προϊόντα θα πλήξουν σίγουρα τα νοικοκυριά, πρωτίστως τις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες. Γι’ αυτό, η επιμελητηριακή κοινότητα τονίζει ότι η κυβέρνηση χρειάζεται να λάβει εδώ και τώρα τα αναγκαία μέτρα για την προστασία τους από την εκτίναξη των τιμών.
-Είναι σε θέση οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να απορροφήσουν τις αυξήσεις τιμών;
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν ακόμη σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας, λόγω των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας του κορονοϊού και παρά τα μέτρα στήριξης που ελήφθησαν, όπως οι έρευνες των Επιμελητηρίων καταδεικνύουν, μεγάλο μέρος τους είναι πιθανό να κινδυνεύσει με «λουκέτο» το επόμενο διάστημα. Τον κίνδυνο αυτό αντιμετωπίζουν περίπου 200.000 επιχειρήσεις, κάτι που, αν δεν αποτραπεί, θα έχει οδυνηρές συνέπειες για την οικονομία, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή.
Υπό το βάρος των υπέρογκων χρεών και της έλλειψης ρευστότητας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καλούνται τώρα να διαχειριστούν ένα υψηλό επιπλέον κόστος, λόγω της αύξησης των τιμών της ενέργειας και των πρώτων υλών. Είναι σαφές ότι τα περιθώρια που έχουν για την απορρόφηση των αυξήσεων αυτών είναι πολύ μικρά. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, περίπου μία στις τέσσερις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις δήλωσε πως κατά το α’ εξάμηνο του 2021 αύξησε τις τιμές των αγαθών/υπηρεσιών. Πάντως, η ίδια έρευνα δείχνει ότι οι επιχειρήσεις εστίασης, σε ποσοστό 79,4%, διατήρησαν τις τιμές τους σταθερές παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και το μεγάλο διάστημα που παρέμειναν κλειστές. Είναι, επομένως, φανερό ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αντιλαμβανόμενες ότι η ανατίμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών τους θα πλήξει περαιτέρω τους τζίρους τους, καταβάλουν προσπάθεια απορρόφησης των αυξήσεων, αλλά οι δυνατότητες τους είναι περιορισμένες και για να τα καταφέρουν απαιτείται η στήριξή τους με μέτρα ουσιαστικής ελάφρυνσης.
-Ποια μέτρα θα πρέπει να ληφθούν κατά τη γνώμη σας για την αντιμετώπιση του φαινομένου;
Η κυβέρνηση πρέπει να παρέμβει άμεσα για να αποτραπεί αυτή η νέα απειλή για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Μόνο με τη λήψη, τώρα, στοχευμένων μέτρων θα μπορέσουν να προστατευθούν τα ήδη πενιχρά έσοδα των μικρομεσαίων, κυρίως, επιχειρήσεων και των ευάλωτων νοικοκυριών, που δίνουν καθημερινά αγώνα επιβίωσης. Συγκεκριμένα, τα Επιμελητήρια προτείνουμε την κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης σε προϊόντα, όπως ο καφές, τη μείωση του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης, αλλά και να επισπευθούν η απαραίτητη μείωση των φορολογικών συντελεστών και η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, που επιβλήθηκε μνημονιακά και συνεχίζει να βαραίνει, άδικα, τους επαγγελματίες, καθώς και την υιοθέτηση πολιτικών πρόνοιας για τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Αν δεν ληφθούν σύντομα μέτρα, τότε χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και νοικοκυριά θα αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης.