«Η ποιότητα του δημοσίου διαλόγου σε θέματα δημοσιονομικής πολιτικής, αποτελεί δείκτη ωριμότητας, προόδου και ανάπτυξης μιας κοινωνίας. Κι αυτό ισχύει ειδικά σήμερα, σε μια περίοδο όπου οι χώρες έρχονται όλο και πιο συχνά αντιμέτωπες, με κρίσιμες αποφάσεις: για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων, για το σχεδιασμό του κράτους πρόνοιας, για τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών τους συστημάτων κ.ά.
Απέναντι σε αυτά τα θέματα, που αφορούν τις ζωές τους και το μέλλον των παιδιών τους, οι πολίτες οφείλουν και δικαιούνται να κάνουν ενημερωμένες επιλογές.
- Οφείλουν και δικαιούνται να έχουν γνώση θεμελιωδών οικονομικών εννοιών.
- Να γνωρίζουν ξεκάθαρα τις προτεραιότητες της εκάστοτε κυβέρνησης.
- Να μπορούν να κατανοούν πώς παράγεται ο εθνικός πλούτος. Πώς προκύπτουν οι δημόσιοι πόροι.
- Να γνωρίζουν πώς κατανέμονται, που καταλήγουν, πώς αξιοποιούνται και με τι αποτέλεσμα.
Στην Ελλάδα έχουμε δυστυχώς σημαντικό έλλειμμα στο θέμα αυτό. Και το έλλειμμα δεν αφορά βεβαίως μόνο στη δημοσιονομική διαχείριση, αλλά σε μεγάλο βαθμό και τη διαχείριση των προσωπικών οικονομικών. Πώς αντιμετωπίζεται;
- Αφενός, μέσω της εκπαίδευσης. Και για αυτό το λόγο ζητάμε ως επιχειρηματική κοινότητα περισσότερα προγράμματα για την ενίσχυση του οικονομικού και χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού. Για την εισαγωγή σε βασικές έννοιες της ανάπτυξης, της επιχειρηματικότητας κ.λπ.
- Αφετέρου, μέσω της αύξησης της διαφάνειας και βελτίωσης της πρόσβασης των πολιτών σε πληροφορίες που αφορούν τη δημοσιονομική διαχείριση.
Σε αυτό το επίπεδο, έχουν γίνει αρκετά βήματα τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο της ευρύτερης προσπάθειας για δημοσιονομική εξυγίανση και πειθαρχία. Πλέον υπάρχει πολύ μεγαλύτερος βαθμός διαφάνειας στη δημοσιοποίηση στοιχείων. Ωστόσο, ο βαθμός κατανόησης των πολιτών παραμένει χαμηλός, όπως επιβεβαιώνεται και σε σχετική έκθεση του ΟΟΣΑ.
Κι εδώ ακριβώς έρχεται να κάνει τη διαφορά ο Προϋπολογισμός των Πολιτών: να μετατρέψει δυσνόητα στοιχεία σε εύληπτη και κατανοητή πληροφόρηση για τον πολίτη. Να τα παρουσιάσει με τρόπο που επιτρέπει στους πολίτες να αντιληφθούν, να καταλάβουν και να αξιολογήσουν.
Υπάρχουν, βεβαίως, περισσότερα βήματα που πρέπει να γίνουν και από την πλευρά της Πολιτείας και των αρμοδίων υπηρεσιών. Ένα από αυτά είναι η μετάβαση στο λεγόμενο προϋπολογισμό προγραμμάτων και επιδόσεων. Είναι μια μεταρρύθμιση δύσκολη, η οποία απαιτεί βαθιές αλλαγές. Αλλά αξίζει να την τολμήσουμε. Γιατί μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στη βελτίωση των υπηρεσιών του κράτους, με το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Στην πραγματοποίηση στοχευμένων, αντί οριζόντιων, παρεμβάσεων. Στη δημιουργία περιβάλλοντος αξιοπιστίας και διαφάνειας. Μπορούν, επίσης, να γίνουν περισσότερα στον τομέα της επισκόπησης δαπανών στα υπουργεία και τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, με στόχο την καλύτερη παρακολούθηση των δαπανών και την εξοικονόμηση πόρων.
Γνωρίζω ότι τα θέματα αυτά βρίσκονται στην ατζέντα του υπουργείου Οικονομικών. Προφανώς η τρέχουσα συγκυρία δημιουργεί νέες, επείγουσες ανάγκες και προτεραιότητες. Είναι σημαντικό, ωστόσο, οι συγκεκριμένες δράσεις να συνεχίσουν να προχωρούν. Γιατί είναι αυτές που μπορούν να στηρίξουν την προσπάθεια για επιστροφή σε υγιείς δημοσιονομικές θέσεις, μετά την κρίση.
Για προϋπολογισμό 2021 – δημοσιονομική πολιτική
Επί της ουσίας για τον προϋπολογισμό του 2021: είναι αλήθεια ότι κάτω από τις ακραίες συνθήκες που βιώνουμε, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξουν ακριβείς προβλέψεις, τόσο για τις μακροοικονομικές εξελίξεις όσο και για τα δημοσιονομικά αποτελέσματα.
Η ανάγκη για παράταση των περιοριστικών μέτρων – όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης – οδηγεί σε επί τα χείρω αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την ανάκαμψη. Απαιτεί πρόσθετες παρεμβάσεις για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Και είναι αναμενόμενο να αυξάνει τις δημοσιονομικές πιέσεις.
Η πρόσφατη απόφαση του Eurogroup για συνέχιση της αναστολής των δημοσιονομικών κανόνων και το 2021 ήταν προφανώς επιβεβλημένη. Επιπλέον, όμως, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα και για την επόμενη μέρα. Θα πρέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα που έχει δημιουργήσει η πανδημία. Και ενδεχομένως, να υπάρξει και διαφορετική αντιμετώπιση για κάθε χώρα, ώστε η προσαρμογή να είναι ομαλή και να μην επηρεαστεί η πορεία ανάκαμψης. Αυτό βεβαίως δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού για μια οικονομία όπως η ελληνική: με υψηλό δημόσιο χρέος και περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο.
Η δημοσιονομική επέκταση σε αυτή τη φάση είναι απαραίτητη. Πρέπει, όμως, να παραμείνει όσο το δυνατόν πιο στοχευμένη. Γιατί το τελευταίο που θα θέλαμε, θα ήταν να μετατραπεί η υγειονομική κρίση σε μια νέα κρίση χρέους.
Ζητούμενο για τη χώρα σήμερα είναι να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των αγορών και να εξασφαλίσει την αναχρηματοδότηση του χρέους της. Ζητούμενο για την επόμενη μέρα – μετά την πανδημία – είναι η σταδιακή μείωση των ελλειμμάτων και η επιστροφή σε συνθήκες δημοσιονομικής ισορροπίας.
Το πώς θα γίνει αυτό, έχει προφανώς κρίσιμη σημασία. Στα επόμενα χρόνια, θα χρειαστούμε ένα μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής το οποίο θα είναι αποτελεσματικό και ταυτόχρονα φιλικό προς την ανάπτυξη.
- Με περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών, ώστε να υπάρξουν κίνητρα για αύξηση της απασχόλησης και μείωση της φοροδιαφυγής και της αδήλωτης εργασίας.
- Με αύξηση των δαπανών για δημόσιες επενδύσεις που επιταχύνουν την ανάπτυξη και κινητοποιούν επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα.
- Και ταυτόχρονα, με κινήσεις εξοικονόμησης δαπανών και στήριξης των δημοσίων εσόδων: μέσω της περαιτέρω ενίσχυσης της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, της διεύρυνσης των ηλεκτρονικών συναλλαγών κ.ά.
Η μεγάλη πρόκληση, βεβαίως, παραμένει η μεγέθυνση του παρονομαστή: είναι η δημιουργία συνθηκών ταχύτερης επανεκκίνησης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Πρέπει, για το σκοπό αυτό, να εστιάσουμε στην αποτελεσματικότερη δυνατή αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ.
Πρέπει να δώσουμε έμφαση σε προγράμματα που επιταχύνουν τη μετάβαση σε νέα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης. Προγράμματα που θα κινητοποιήσουν ιδιωτικά κεφάλαια και θα πολλαπλασιάσουν τους πόρους που κατευθύνονται στην οικονομία.
Η Ελλάδα, για δεύτερη φορά σε μια δεκαετία, να βρει το δρόμο εξόδου από μια μεγάλη κρίση. Να διασφαλίσει όρους ανάκαμψης και ανάπτυξης, αλλά και δημοσιονομικής σταθερότητας και βιωσιμότητας. Αυτό απαιτεί κατάλληλη πολιτική διαχείριση. Απαιτεί όμως και ευρεία συναίνεση: η οποία χτίζεται στη βάση της διαφάνειας, της λογοδοσίας. Χτίζεται στη βάση της προσβασιμότητας, της κατανόησης, του ουσιαστικού δημοσίου διαλόγου.
Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντική η έκδοση του Προϋπολογισμού Πολιτών. Είναι στο χέρι όλων μας να στηρίξουμε αυτή την προσπάθεια, ώστε να φθάσει σε όσο το δυνατόν περισσότερους πολίτες. Να αναδειχθεί σε θεσμό χρηστής, διαφανούς και αποτελεσματικής διακυβέρνησης».