«Σας καλωσορίζω στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, όπου έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε απόψε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εκδήλωση. Μια εκδήλωση για τις προκλήσεις, τους κινδύνους, αλλά και τις ευκαιρίες που δημιουργούνται για την Ελλάδα με βάση τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της: στην περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου.
Η χώρα μας, μετά από μια δύσκολη περίοδο, επιχειρήσει σήμερα να στηριχθεί ξανά στις δικές της δυνάμεις. Να διαμορφώσει τις συνθήκες για μια καλύτερη επόμενη ημέρα. Να εφαρμόσει ένα εξωστρεφές, δυναμικό, βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης.
Να διεκδικήσει την ανάδειξή της σε περιφερειακό οικονομικό και επιχειρηματικό πόλο στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Η προσπάθεια αυτή είναι κάθε άλλο παρά εύκολη σε μια περιοχή, η οποία χαρακτηρίζεται από έντονη ρευστότητα, αλλά και συχνές εντάσεις.
Η Ελλάδα, ωστόσο, είχε και εξακολουθεί να έχει σταθεροποιητικό ρόλο μέσα σε αυτή την ταραγμένη περιοχή. Παρά την κρίση, παραμένει η χώρα των Βαλκανίων με το μεγαλύτερο ΑΕΠ. Παραμένει ένα οργανωμένο ευρωπαϊκό κράτος, με καίρια στρατηγική θέση στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων.
Αυτά τα πλεονεκτήματα οφείλει και μπορεί να αξιοποιήσει σήμερα, προκειμένου να προσελκύσει επενδύσεις, αλλά και να κινητοποιήσει αμοιβαία επωφελείς συνεργασίες σε τομείς όπως η ενέργεια, το εμπόριο, οι τηλεπικοινωνίες, οι νέες τεχνολογίες κ.ά.
Και μπορεί να τα αξιοποιήσει αποτελεσματικότερα, μέσα από τη διατήρηση σχέσεων συναντίληψης, αλλά και αμοιβαίου σεβασμού με τις γειτονικές της χώρες.
Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική την τριμερή προσέγγιση Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ. Η οποία έχει αποτυπωθεί τόσο σε πολιτικό, όσο και σε επιχειρηματικό επίπεδο, με την υπογραφή του Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ των Επιμελητηρίων των τριών χωρών, τον περασμένο Μάιο.
Η πολυσυζητημένη Συμφωνία των Πρεσπών είναι, επίσης, μια εξέλιξη που μπορεί να προάγει τα οικονομικά συμφέροντα της Ελλάδας, αν και χρειάζεται ακόμη αρκετό χρόνο για να ολοκληρωθεί και να υλοποιηθεί.
Ως ΕΒΕΑ υποστηρίζουμε ξεκάθαρα την προσέγγιση των δύο επιχειρηματικών κοινοτήτων. Η προσέγγιση αυτή άλλωστε έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια, αφού η Ελλάδα είναι ήδη ένας από τους πέντε πρώτους επενδυτές στη γείτονα χώρα.
Ένα βασικό θέμα που μας απασχολεί είναι αυτό των εμπορικών σημάτων που φέρουν τόσο τα ελληνικά προϊόντα, όσο και εκείνα της πΓΔΜ, που πλέον έχει μετονομαστεί επισήμως σε Βόρεια Μακεδονία.
Εδώ θα πρέπει να επισημάνω ότι τα σήματα που έχουν καταχωρηθεί από ελληνικές επιχειρήσεις σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, με τον όρο «Μακεδονία» και τα παράγωγα αυτού, είναι απολύτως προστατευμένα. Αλλά και οι επιχειρήσεις που δεν έχουν προβεί σε αυτή τη διαδικασία, μπορούν σήμερα να το κάνουν, χωρίς οικονομική επιβάρυνση.
Θεωρώ, σε κάθε περίπτωση, ότι η ελληνική Πολιτεία αντιλαμβάνεται την ανάγκη ιδιαίτερης προσοχής για την πλήρη υλοποίηση της συμφωνίας. Αλλά και την ανάγκη να υπερασπιστεί τις ελληνικές επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν στα εμπορικά τους σήματα το όνομα της Μακεδονίας και παράγωγά του. Και κυρίως να παρέμβει δυναμικά σε περίπτωση παράνομης υιοθέτησης των συγκεκριμένων εμπορικών σημάτων από επιχειρήσεις με έδρα τη γειτονική μας χώρα.
Αυτό που εμείς θα συνεχίσουμε να κάνουμε, ως φορείς εκπροσώπησης των ελληνικών επιχειρήσεων, αλλά και ως θεσμοθετημένος σύμβουλος της Πολιτείας, είναι να αναδεικνύουμε τις ευκαιρίες και να επισημαίνουμε τους κινδύνους.
Θα συνεχίσουμε να υπηρετούμε με σοβαρότητα και σε συνεργασία με το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών, την προσπάθεια δικτύωσης των επιχειρηματικών κοινοτήτων της ευρύτερης περιοχής.
Θα συνεχίσουμε να ανοίγουμε δρόμους συνεργασίας και να στηρίζουμε, με αυτό τον τρόπο, τις προοπτικές εξωστρεφούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια».