«Η προστασία των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικότητας, αποτελεί πράγματι μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις της εποχής μας.
Το επίπεδο της ψηφιακής τεχνολογίας που κατακτήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες έχει αλλάξει ριζικά τον τρόπο που ζούμε, επικοινωνούμε, εργαζόμαστε και – βεβαίως – επιχειρούμε. Η έκρηξη των νέων τεχνολογιών και η συνεχής άνοδος του Διαδικτύου των Πραγμάτων είχαν ως αποτέλεσμα η αξία της πληροφορίας να αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς. Και να αυξάνονται ταυτόχρονα, τόσο η ζήτηση όσο και οι τρόποι για την απόκτησή της.
Τα δεδομένα αποτελούν σίγουρα το «χρυσό» της σύγχρονης ψηφιακής εποχής. Η ανάλυση και η επεξεργασία τους παρέχει ένα σύνολο ισχυρών εργαλείων, τα οποία μπορούν να αξιοποιούνται τόσο από το κράτος για συγκεκριμένους σκοπούς, όσο για από τις επιχειρήσεις. Πλέον, εταιρίες κάθε μεγέθους χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά συστήματα και ανάλυση δεδομένων, για τις πωλήσεις, για την εξυπηρέτηση πελατών, για το σχεδιασμό και την υλοποίηση της εμπορικής τους πολιτικής.
Προφανώς υπάρχει και η σκοτεινή πλευρά. Όπως συμβαίνει με κάθε πολύτιμο πόρο, έτσι και στην περίπτωση των δεδομένων, δεν απουσιάζουν τα φαινόμενα κατάχρησης, αθέμιτων πρακτικών, ακόμη και εγκληματικών πράξεων. Τα τελευταία χρόνια βλέπουν το φως της δημοσιότητας όλο και περισσότερα περιστατικά κυβερνοεπιθέσεων, κλοπής, διαρροών ή ακόμα και εμπορίου δεδομένων. Πρόκειται για περιστατικά, τα οποία θίγουν δικαιώματα των πολιτών, αλλά ταυτόχρονα βλάπτουν τον ανταγωνισμό και πλήττουν σοβαρά τη φήμη των επιχειρήσεων.
Και παρ’ όλο που το θέμα της διαχείρισης των δεδομένων έχει αναδειχθεί εδώ και αρκετά χρόνια, το πλαίσιο προστασίας ήταν μέχρι πρότινος ελλιπές και αποσπασματικό. Με αποτέλεσμα να προκαλείται αίσθημα ανασφάλειας δικαίου σε όλους τους εμπλεκόμενους. Το κενό αυτό ήρθε ουσιαστικά, να καλύψει η εφαρμογή του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία των Δεδομένων. Ενός κανονισμού που άλλαξε τα δεδομένα στον τρόπο λειτουργίας της αγοράς. Εισήγαγε συγκεκριμένες διαδικασίες και υποχρεώσεις για τις επιχειρήσεις, προβλέποντας μάλιστα ιδιαίτερα αυστηρά πρόστιμα για τη μη συμμόρφωση.
Η προσαρμογή και στη συνέχεια η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του νέου πλαισίου, αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για τις επιχειρήσεις. Μια πρόκληση που απαίτησε κατ’ αρχήν συστηματική προετοιμασία, ενημέρωση και εκπαίδευση, ανασχεδιασμό διαδικασιών, αλλά και σημαντική επένδυση σε τεχνολογικούς και ανθρώπινους πόρους. Μια πρόκληση, η οποία εξακολουθεί να είναι πολυδιάστατη, εμπλέκοντας νομικά και τεχνολογικά θέματα, θέματα εμπορικής πολιτικής, θέματα ασφάλειας.
Αυτό που εμείς θεωρήσαμε απαραίτητο από την αρχή της εφαρμογής του νέου πλαισίου και που συνεχίζουμε να επιδιώκουμε ως Επιμελητήρια, είναι η παροχή της κατάλληλης ενημέρωσης και υποστήριξης των επιχειρήσεων. Ιδιαίτερα των μικρών και μεσαίων, οι οποίες στην πλειονότητά τους – και σε αυτή την περίπτωση – δεν διαθέτουν εξειδικευμένη τεχνογνωσία και πόρους. Με αυτό το στόχο διοργανώσαμε πριν από ένα περίπου χρόνο ειδική ενημερωτική εκδήλωση για τα μέλη μας, με τη συμμετοχή έγκυρων επιστημόνων και στελεχών της αγοράς.
Αυτό που θα ήθελα, κλείνοντας, να επισημάνω είναι το εξής: η αυστηροποίηση του πλαισίου προστασίας των δεδομένων, είναι λογικό να δημιουργεί περιορισμούς, σε μια περίοδο όπου οι περισσότερες επιχειρήσεις προσπαθούν να εξατομικεύσουν τις υπηρεσίες τους και να εφαρμόσουν στοχευμένες πολιτικές πωλήσεων, που ανταποκρίνονται στις ανάγκες κάθε πελάτη. Για την ακρίβεια, την ώρα που η τεχνολογία «γεννά» συνεχώς νέα εργαλεία για να διευκολύνει αυτή την προσπάθεια, έρχεται η νομοθεσία για να επιβάλει εξαιρετικά αυστηρούς και πολύπλοκους κανόνες στη χρήση τους.
Ωστόσο, η τήρηση αυτών των κανόνων είναι απαραίτητη. Και αποτελεί μονόδρομο για τις επιχειρήσεις. Όχι απλώς επειδή το επιβάλει ο νόμος ή για την αποφυγή των κυρώσεων. Αλλά γιατί αυτό υπηρετεί μακροπρόθεσμα το συμφέρον όλων. Και των καταναλωτών, αλλά και των επιχειρήσεων, οι οποίες θέλουν να προστατέψουν τη φήμη τους και τη σχέση εμπιστοσύνης με τους πελάτες τους.
Η ψηφιακή εποχή και οι δυνατότητες που δημιουργεί για τις επιχειρήσεις, οφείλουν απαραίτητα να συμβαδίσουν με την ψηφιακή ασφάλεια. Πρέπει να επενδύσουμε στην απαιτούμενη γνώση, στις διαθέσιμες τεχνολογίες, στις προβλεπόμενες διαδικασίες. Για να αντιμετωπίσουμε τους ενδεχόμενους σοβαρούς, οικονομικούς και κοινωνικούς, κινδύνους. Για να διασφαλίσουμε ένα κλίμα εμπιστοσύνης, δίκαιου ανταγωνισμού και ασφάλειας για όλους».