english-flag
Search

Έρευνα ΕΒΕΘ:Η έλλειψη ρευστότητας και αυξημένο ενεργειακό κόστος ταλανίζουν τις επιχειρήσεις

Η έλλειψη ρευστότητας και το αυξημένο ενεργειακό κόστος ταλανίζουν τις επιχειρήσεις – Μεγαλύτερη αισιοδοξία για το 2022, έναντι του 2021, από τις επιχειρήσεις – Επίκαιρη έρευνα του ΕΒΕΘ σε επιχειρήσεις-μέλη του

Βελτιωμένες προσδοκίες για το 2022, έναντι του 2021, καταγράφουν οι επιχειρήσεις-μέλη του ΕΒΕΘ, οι οποίες όμως σε μεγάλο βαθμό εξακολουθούν και αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, ενώ επηρεάζονται αρνητικά οι πωλήσεις τους από το αυξημένο ενεργειακό κόστος.

Τα παραπάνω πορίσματα περιλαμβάνονται σε έρευνα, που διεξήγαγε η εταιρεία Palmos Analysis για λογαριασμό του ΕΒΕΘ, σε 201 επιχειρήσεις-μέλη του στο χρονικό διάστημα 10-19 Ιανουαρίου 2022. Η έρευνα, που είναι αναρτημένη στην ιστοσελίδα του ΕΒΕΘ, στην ενότητα Σημαντικά Θέματα και μπορείτε να τη δείτε πατώντας εδώ, εστίασε στην αποτίμηση του 2021 και στις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για το 2022.


Ειδικότερα, το 29% των επιχειρήσεων που απάντησαν παρουσιάζουν μείωση του κύκλου εργασιών τους κατά το 2021, σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, ενώ την απάντηση αυτή έδωσε το 73% των επιχειρήσεων ένα χρόνο πριν. Την ίδια στιγμή αύξηση του κύκλου εργασιών δήλωσε το 40% των επιχειρήσεων, έναντι 12% το 2020.

Ως πρώτης προτεραιότητας πρόβλημα οι επιχειρήσεις δηλώνουν ότι είναι η μείωση του τζίρου τους κατά 26%, έναντι αντίστοιχου ποσοστού 50% την προηγούμενη χρονιά.

Την ίδια στιγμή, το πρόβλημα της ρευστότητας συνεχίζει να τις απασχολεί περίπου στον ίδιο βαθμό με πέρσι, με το 17% των επιχειρήσεων που απάντησαν να το αναφέρει ως πρώτης προτεραιότητας πρόβλημα (έναντι 18% το 2021) και ως γενικότερο πρόβλημα το 52% των επιχειρήσεων, έναντι 64% πέρυσι. Αναφορικά με την αντιμετώπιση τους από το τραπεζικό σύστημα, το τελευταίο τρίμηνο το 41% δηλώνει μη ικανοποιημένο, έναντι 57% πέρσι και ικανοποιημένο το 49%, έναντι 34% πέρσι.

Το ποσοστό όσων βλέπουν το 2022 ως καλύτερη χρονιά για την επιχείρησή τους είναι 31%, ενώ την ίδια απάντηση έδινε μόλις το 23% πέρυσι. Αντίστοιχα, το ποσοστό όσων βλέπουν το 2022 ως χειρότερη χρονιά από την προηγούμενη βρίσκεται στο 19%, έναντι του 34% που έδινε τη ίδια απάντηση ένα χρόνο πριν.

Όσον αφορά στις εξαγωγικές επιδόσεις των επιχειρήσεων, το 2021 θεωρήθηκε καλύτερη χρονιά από την προηγούμενη για το 22% των επιχειρήσεων, έναντι του 8% το 2020 και χειρότερη από το 30% των επιχειρήσεων, έναντι του 50% που έδινε την ίδια απάντηση ένα χρόνο πριν.

Η ρευστότητα το μεγάλο ζητούμενο

Στο “μέτωπο” της ρευστότητας μείωση κατά το επόμενο τρίμηνο προβλέπει το 41%, ιδιαίτερα σημαντικό ποσοστό, αν και μειωμένο σε σχέση με το 61% που έδινε την ίδια απάντηση ένα χρόνο πριν.

Αύξηση των δανειακών αναγκών τους κατά το επόμενο τρίμηνο προβλέπει το 30% των επιχειρήσεων που απάντησαν, έναντι του 44% που έδιναν την ίδια απάντηση ένα χρόνο πριν. Με τους ίδιους όρους δανεισμού προβλέπει την κάλυψη αυτών των αναγκών το 39, έναντι του 23% που προβλέπει δυσμενέστερους όρους δανεισμού.

Αναφορικά με τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων στον κλάδο τους, δυσμενέστερη κατάσταση (με αύξηση των επισφαλειών, πτωχεύσεων κλπ) προβλέπει το 43%, ενώ την ίδια απάντηση έδινε το 69% ένα χρόνο πριν.

Σύμφωνα με τις επιχειρήσεις που απάντησαν, η κάλυψη των δανειακών αναγκών τους από το τραπεζικό σύστημα γίνεται λίγο-πολύ με τους ίδιους όρους, καθόλο το διάστημα της πανδημίας, και φαίνεται, από τις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων να μην καλύπτει τις αυξανόμενες ανάγκες τους.

Το 41% δηλώνει ότι θα επανέλθει στην κανονικότητα το 2023 και μετά, ενώ το 44% ότι έχει ήδη επανέλθει ή θα το καταφέρει εντός του 2022.

Το 70% ωφελήθηκε, κατά δήλωσή του, από τα μέτρα στήριξης της Κυβέρνησης. Τα νέα μέτρα που έλαβε η Κυβέρνηση για τον περιορισμό της πανδημίας επηρεάζουν (αρκετά ή πολύ) αρνητικά το 52% των επιχειρήσεων και λίγο ή καθόλου το 43%

Όσον αφορά στη μετακύλιση του αυξημένου κόστους ενέργειας στις τιμές πώλησης των προϊόντων ή υπηρεσιών τους, το 8% δηλώνει την πλήρη ενσωμάτωση των αυξήσεων, το 23% σε μεγάλο βαθμό, το 20% σε μικρό βαθμό και το 49% ότι δεν προέβη σε σχετική αύξηση. 

Τέλος, το 68% δηλώνει ότι το αυξημένο ενεργειακό κόστος έχει επηρεάσει αρνητικά τις πωλήσεις τους και μόλις το 32% ότι η αύξηση αυτή δεν επηρέασε τις πωλήσεις τους.

Μετάβαση στο περιεχόμενο